-
1 ἐπικράτεια
ἐπικρᾰτ-εια, ἡ,A mastery, σωφροσύνη ἐστὶν ἐ. τῶν ἐπιθυμιῶν ib.4 Ma.1.31; possession, X.Cyr.5.4.28; rule, Plb. 12.25.3, etc.; victory, superiority, Id.2.1.3.2. predominance, in heredity, Placit.5.7.6; διάφορος τῶν χυμῶν ἐ. S.E.P.1.80; τὸ κατ' ἐπικράτειαν ὠνομασμένον αἷμα named from its dominant element, opp. εἰλικρινὲς αἷμα, Gal.15.74, cf. 5.672, 17(2).216; παρὰ τὰς ἐ. Placit.4.9.9: Gramm., prevalence, authority, A.D. Synt.256.26, al.; numerical superiority, ib.326.14.3. prevailing opinion, ἐν τοῖς συμβαίνουσιν.. κατὰ τὴν ἐ... στροβοῦνται Polystr.p.22 W.;αἱ κατ' ἐπικράτειαν δόξαι Epicur.Nat. 1431.8
.II. of a country, realm, dominion,ἄπιμεν.. ἐκ τῆς τούτων ἐπικρατείας X.An.7.6.42
, cf. Hier.6.13; ὑπὸ τῇ ἐ. τοῦ χωρίου within the country subject to the place, Id.An.6.4.4; ἡ Καρχηδονίων ἐ. Pl.Ep. 349c; of a Roman province, Ph. 2.518, 583 (pl.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπικράτεια
См. также в других словарях:
καρδιά — Μυώδες κοίλο όργανο με τέσσερις χώρους, η λειτουργία του οποίου είναι θεμελιώδης για την κυκλοφορία του αίματος, καθώς παραλαμβάνει το αίμα από τις φλέβες και ως αντλία το τροφοδοτεί στις αρτηρίες. Η κ. του ανθρώπου βρίσκεται στο πρόσθιο μέσο… … Dictionary of Greek